Ο πόλεμος στην Σκουφά 47, εξαιτίας της 30ης Νοέμβρη
Έχεις πάει εκείνο τ’ απόγευμα Πέμπτης στο δήθεν high «δαπιτομάγαζο» του Κολωνακίου για ν’ ακούσεις το μυξόκλαμα του φίλου σου που τον χώρισε η 20χρονη κοπέλα του, λογικά χωρίς λόγο και χωρίς να ισχύει όντως. Ανέχεσαι την καταβεβλημένη φάτσα του και συμπάσχεις σαν τίμιος καλός, φίλος που είσαι. Αλλά η μάχη ξεκίνησε μία ώρα μετά, λίγο πριν τελειώσει το freddo cappuccino με στέβια.
Μπήκε μέσα μ’ εκείνο το μπλε «φλοκατίσιο» πουλοβεράκι, εκείνα τα μποτάκια με το διακοσμητικό φερμουαράκι μπροστά που μάλλον τσαχπινιά προσέδιδαν παρά χρησιμότητα. Μάλλον φορούσε και παλτό. Οποιαδήποτε λέξη φαντάζει μικρή κι αμελητέα, οποιαδήποτε προσπάθεια περιγραφής συναισθήματος θα ΄ναι άστοχη. Αυτό το μούτρο που πολλοί θα χαρακτήριζαν «πρόστυχο», «έκφυλο» στην πραγματικότητα ήταν ένα γατάκι που κρυβόταν πίσω από το σέξι βλέμμα της ασκούμενης της Ευελπίδων. Κανείς δεν το ‘δε έτσι, κανείς δεν θα μπορούσε να το σχολιάσει έτσι. Εσύ όμως το κατάλαβες στην πρώτη ματιά που σε χτύπησε. Κοιτάς, ξανακοιτάς και δεν καταλαβαίνεις αν σε κοίταξε καταλάθος ή όντως έπαθε όσα έπαθες όταν την πρωτοκοίταξες εσύ. Μάλλον παρατηρούσε την ξινή δεσποινίς στην υποδοχή κι αδιαφορούσε για την ύπαρξή σου μικρέ νάρκισσε. Δεν πτοείσαι όμως, εξακολουθείς να την κοιτάς και να μοιράζεσαι με την παρέα πιθανές εκδοχές και χολιγουντιανά σκηνοθετημένα σενάρια προσέγγισης της ψιλόλιγνης μελαχρινής που αυτή την φορά όντως σε κοίταξε κι όχι δεν ήταν τυχαίο. Πείθεις τον εαυτό σου ότι σε θέλει κολασμένα, τροφοδοτείς την αυτοπεποίθησή σου σε κατάσταση πλήρους φόρτισης, συνειδητοποιείς ότι η φίλη που την συνοδεύει είναι γνωστή σου από τα παλιά, ένα στοιχείο ακόμα που σου έδωσε ώθηση να σηκωθείς από τον βαθύ καναπέ. Προειδοποιείς την ομάδα κρούσης να σε εμψυχώσει προκειμένου να καταρριφθεί ο στόχος. Κάνεις μια πρώτη απόπειρα να κινηθείς προς την μεριά της, παγώνεις κι αντ΄ αυτού κατευθύνεσαι προς την τουαλέτα, πας και καλά να πλύνεις χεράκια. Επιστρέφεις, κάθεσαι, αναθαρρείς και φτιάχνεις ψυχολογία για να μιλήσεις μ’ όλο τον δυναμισμό που διαθέτει το καλογυμνασμένο μου κορμί μικρέ κονιόρδε. Όλα οδεύουν προς την επιτυχία. Σηκώνεσαι κάθεσαι δίπλα στην φίλη της και ξεκινάς επί τόπου την συζήτηση για τον χωρισμό του φίλου σου. Πιστεύεις ότι αυτό θα σπάσει τον πάγο κι η ατάκα «θες να γίνω το χαλάκι της εξώπορτάς σου», μάλλον δεν θα ‘χε τα επιθυμητά αποτελέσματα ή τουλάχιστον έτσι νόμιζες… Ζητάς την γνώμη τους για τα αίτια χωρισμού στην προαναφερθείσα σχέση, γελάνε απαντούν και καταλήγεις να καταλάβεις ότι η δίπλα φίλη της «κορμάρας» είναι 100% γνωστή σου από τα παλιά και μιλάτε για την τότε γνωριμία σας και τις επικρατούσες συνθήκες της περιόδου. Αποσπάς λίγο την προσοχή σου από τα καστανά της μάτια κι από τα φουσκωμένα σαρκώδη σαν ψεύτικα, χείλη της. Δεν το κάνεις όμως τυχαία, θες να δεις αν θ΄ ασχοληθεί μαζί σου, αν θα συνεχίσει την συζήτηση μαζί σου ή αν απλά σου απαντάει από ευγένεια ή όντως κάτι θέλει. Χωρίς να έχεις ακόμα όλες τις απαντήσεις παρά μόνο μερικά γλυκά της χαμόγελα που αποκαλύπτουν την θετικά διακείμενη στάση της απέναντί σου, επιστρέφεις στο τραπέζι σου. Πλησιάζει η ώρα του αποχωρισμού και πρέπει να της αποσπάσεις κάποιο στοιχείο επικοινωνίας προκειμένου να εξασφαλίσεις ότι θα την ξαναδείς. Δεν γίνεται να μην την ξαναδείς, δεν το θέλει ούτε ο Μεγαλοδύναμος. Διώχνεις διακριτικά προς την έξοδο τους δύο σου φίλους ώστε να ‘χεις όλο το πεδίο ελεύθερο να της ζητήσεις τον πολυπόθητο «προσωποπάπυρο». Ναι, για το facebook μιλάω. Χαιρετάς και το ζητάς ευγενικά. Συνδυάζει και μυστήριο επίθετο εκτός από τ’ απόλυτα θηλυκό όνομα. Η φίλη της καθώς κάνετε χειραψία σας κοιτάει φέρνοντάς σας σ’ αμηχανία. Η μελαχρινή πρωταγωνίστρια δεσποινίς μάλλον ένιωσε παραπάνω οικειότητα και σου κράτησε το χέρι αρκετά παραπάνω από μια τυπική χειραψία. Έχεις το εξής ένα στοιχείο επικοινωνίας, καθώς και μια ένδειξη από το αξέχαστο διαπεραστικό βλέμμα της και την έντονη χειραψία της ότι όλα συντελούν στο να ξαναβρεθείτε… Η Σκουφά 47 ήταν το σημείο εκκίνησης του Γ΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Την ήθελες απ’ το πρώτο κοίταγμα, εύχεσαι να νιώθει το ίδιο. Κάπως έτσι έγινε και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Η μια συνάντηση έγινε δύο, η μία φορά την εβδομάδα έγινε μέρα παρά μέρα κι αυτό μετατράπηκε σε καθημερινή απόλαυση. Τίποτε άλλο δεν σ΄απασχολούσε παρά μόνο την ζεις, να την κοιτάς, να την φιλάς και ν’ αποκτά ανεκτίμητη αξία η ζωή σου μέσα από κάθε λεπτό που βρισκόταν δίπλα σου. Ο ύπνος δίπλα της ήταν η ηρεμία, η χαρά, η λήθη, η ελευθερία, η αίσθηση, η μοναδικότητα, το απόλυτο, η ευχή για το πάντα, γιατί όχι κι η ευτυχία. Ένας αέναος πόλεμος συναισθημάτων, συζητήσεων με την ευχή να διαρκέσει για πάντα, με την ευχή να γίνεις όντως το χαλάκι της εξώπορτάς της, να ΄ναι αυτή που θα σε κάνει να δεις τους συντηρητικούς θεσμούς ένωσης δύο ανθρώπων να ΄ναι ένα μέσο για να σφραγιστεί η αγάπη σας, να ΄ναι αυτή που θα σε κάνει να σκεφτείς πόσο όμορφο θα ήταν ν’ ακούσεις μια μέρα την λέξη μπαμπά από ένα μικρό ανθρωπάκι εξαιτίας του ότι είναι καρπός και συνέχεια του κορμιού της, μια συνέχεια της γυναίκας που αγαπάς, μια κατάληξη του έρωτά σας. Κάθε φορά που στεναχωριέται πονάς, κάθε φορά που απογοητεύεται κάνεις STAND UP COMEDY για να σου σκάσει ένα χαμόγελο. Έρωτας είναι ένας πόλεμος που σ’ αντίθεση με τους άλλους έχει μόνο νικητές. Αυτά που θα πολεμήσεις μέσα σου είναι οι εγωισμοί και τα πρέπει, αυτά που είχες θέσει ως κανόνες κι εξαιτίας της θα τους παραβείς εσύ ο ίδιος. Το ζεις, το βιώνεις, το πολεμάς αλλά πάντα σε κερδίζει ο φτερωτός Θεός με το τόξο και τα βέλη. Αυτό που ΔΕΝ ξέρεις είναι ότι πιο πολύ εσύ κερδίζεις κι ευθύνεται το μικρό σου κοριτσάκι που μόνο αυτή κατάφερε να σε κάνει να ξυπνάς μόνο για να την δεις, μόνο για να την μυρίσεις …